Δευτέρα 16 Ιουλίου 2012

ΟΙ ΜΕΓΑΛΟΙ ΕΡΩΤΕΣ ΔΕ ΓΝΩΡΙΖΟΥΝ ΟΡΙΑ!



Παραμονή των γενεθλίων του κι ένιωθε περισότερο κουρασμένος από κάθε άλλη μέρα. Η δουλειά στο γραφείο τον είχε κρατήσει σε υπερένταση από το πρωί και σχεδόν είχε ξεχάσει πως σε λίγες ώρες έκλεινε τα 43. Η νύχτα είχε φτάσει και η παρέα του, τον περίμενε όπως πάντα στο γνωστό μέρος. Ήταν σίγουρος πως του ετοιμάζανε και κάποια έκπληξη.Η διάθεσή του ,όμως ήταν πεσμένη. Δε θα πήγαινε. Θα τηλεφωνούσε πιο μετά και θα έβρισκε μια δικαολογία.Δεν είχε όρεξη για ξενύχτια.Δεν είχε όρεξη για τίποτα το τελευταίο καιρό.




Σηκώθηκε από τη δερμάτινη καρέκλα και κατευθύνθηκε προς το μικρό μπαρ, είχε άμεση ανάγκη από ένα ποτό.Έβαλε μια βότκα, πρόσθεσε και 3 παγάκια και βγήκε στη βεράντα του γραφείου του. Η θέα ήταν υπέροχη, όλη η Αθήνα στα πόδια του. Γι αυτό είχε διαλέξει το διαμέρισμα, για το χατήρι εκείνης , ήξερε πόσο της άρεσε η θέα της Αθήνας.Εκείνη, η μεγάλη αγάπη της ζωής του, πάνε 3 χρόνια που είχε εξαφανιστεί από παντού, σα να είχε χαθεί από προσώπου γης.Στην αρχή την έψαξε, έβαλε λυτούς και δεμένους, πλήρωσε ανθρώπους, τίποτα. Η Γιωργία είχε απλά χαθεί. Έπειτα έπεσε σε στεναχώρια.Δεν έτρωγε, δεν έβγαινε, παραμελούσε τη δουλειά του και κόντευε να χάσει όσα με κόπο είχε κατακτήσει. "Μάρκο φτάνει πια " του είπε μια μέρα η μητέρα του, "θέλεις να καταστρέψεις τη καριέρα σου;" Σίγουρα δεν ήθελε κάτι τέτοιο, ούτε κι η Γιωργία θα το ήθελε σκέφτηκε. Πού ήταν , όμως; Γιατί τον είχε εγκαταλείψει; Έπεισε τον εαυτό του ότι δεν τη γνώρισε ποτέ κι άρχισε να βγαίνει με πολλές αιθέριες υπάρξεις, γόνος καλής οικογενείας καθώς ήταν κι ανερχόμενος πολιτικός , φάνταζε στα μάτια των γυναικών ως ο τέλειος γαμπρός. Κάθε γυναίκα που γνώριζε του θύμιζε εκείνη, άλλη λιγότερο, άλλη περισσότερο, άλλη καθόλου.Ώσπου τη ξέχασε.


Τη ξέχασε; Κι απόψε τι ήταν αυτή η αίσθηση μελαγχολίας που είχε; Όχι, δεν την είχε ξεχάσει.Του την θύμιζαν απλά , καθημερινά πράγματα: η μυρωδιά του γασεμιού το καλοκαίρι, ο ήχος της βροχής το φθινόπωρο, εκείνο το κασκόλ που του χε κάνει δώρο κάποια Χριστούγεννα,τα κόκκινα τριαντάφυλλα την άνοιξη.....


Την είχε γνωρίσει πριν από 10 χρόνια, εκείνη ανερχόμενη δημοσιογράφος, αυτός νέος στο χώρο της πολιτικής φλέρταρε με την ιδέα ν'ασχοληθεί με τα κοινά. Η γνωριμία τους ήταν επεισοδιακή. Η Γιωργία δεν ήταν όμορφη με την αντικειμενική έννοια της λέξης, ήταν μια γυναίκα πολύ γοητευτική και γινόταν ακόμη πιο γοητευτική όταν έβαζε σκοπό να σαγηνεύσει τον επίδοξο εραστή. 'Αρχισε να τον φλερτάρει αμέσως,κι ας της είπε πως έχει σχέση. Ναι, ο Μάρκος είχε σχέση 5 ετών τότε με την Ελπίδα και σκόπευαν μια μέρα να παντρευτούν.


Ωραίος άνδρας ο Μάρκος είχε πολλές κατακτήσεις , αλλά έκτος από ελάχιστα παιχνίδια επιβεβαίωσης, ήταν πιστός στην Ελπίδα. Έτσι ξεκίνησε και η ιστορία με την Γιωργία, σα παιχνίδι επιβεβαίωσης ενός γνήσιου αρσενικού. Ένα παιχνίδι που γρήγορα ξέφυγε από τα όρια και βρέθηκαν κι οι δυο αιχμάλωτοι ενός πάθους παράφορου. Ακόμη θυμόταν τη πρώτη ερωτική τους επαφή, το τρόπο που εκείνη αφέθηκε στα φιλιά και τα χάδια του, το τρόπο που στέναζε στην αγκαλιά του.


Σύντομα η σχέση του με την Ελπίδα πέρασε σε δεύτερη μοίρα και το ερωτικό πάθος του για τη Γιωργία απέκτησε πρωταρχικό ρόλο στη ζωή του.Όσο δυναμική κι αν φαινόταν όταν τη γνώρισε τόσο ευάλωτη ήταν στη πραγματικότητα. Τόσο ίδιοι οι δύο τους , αλλά και τόσο διαφορετικοί.... "Είμαι ερωτευμένη μαζί σου" ψιθύριζε στ' αυτί του κάθε φορά που τη τύλιγε στην αγκαλιά του.


Ακόμη θυμάται τον ήχο της φωνής της να του λεει πως ο έρωτας δεν έχει όρια, δε χωράει σε καλούπια, δε φοβάται να τσαλακωθεί , δε φοβάται να πονέσει. Για τη Γιωργία , ο έρωτας ήταν σημαία, παντιέρα που τη σήκωνε και πήγαινε.


"Τσαλακώνω τη καρδιά μου και στη παραδίδω , μαζί με το κορμί μου" του έλεγε και τον φιλούσε με τον ίδιο πόθο. Κι όταν εκείνος τη ρώταγε αν τον αγαπά , του λεγε όχι. Δεν τον αγαπούσε, ήταν ερωτευμένη μαζί του σα μαθήτρια στο πρώτο της ραντεβού. Αυτή ήταν κι η διαφορά τους, ο Μάρκος ήθελε την ασφάλεια της αγάπης και η Γιωργία το πάθος του έρωτα. "Η αγάπη έχει διάρκεια , θέλω να μ αγαπάς" της τόνιζε εκείνος. " Ο έρωτας λυτρώνει και γεμίζει τη ψυχή" απαντούσε ενώ τον γέμιζε φιλιά.


Το ένιωθε πως ήταν ερωτευμένη μαζί του , γιατί κάθε φορά του δινόταν με την ίδια ορμή, την ίδια ένταση, κάθε φορά μαζί της ήταν σα τη πρώτη φορά.Κάθε μέρα που περνούσε του γινόταν απαραίτητη , το χαμόγελό της, η φωνή τους, ο τρόπος που τον ζήλευε, τα φιλιά της, το κορμί της.Κι εκείνη έμενε κοντά του,βοηθός του, αγαπημένη του, ερωμένη του, φίλη όποτε τη χρειαζόταν.


Όταν ο Μάρκος αποφάσισε ν'  ασχοληθεί με τη πολιτική , τα παράτησε όλα για να σταθεί στο πλευρό του, να δουλέψει μαζί του, να γίνει το δεξί του χέρι . να τον ανεβάσει ψηλά κι ο Μάρκος τα κατάφερε.Κι εκείνη ήταν ευτυχισμένη, περισσότερο ευτυχισμένη από ποτέ κι ερωτευμένη, τόσο μα τόσο ερωτευμένη. Μόνο που τα χρόνια περνούσαν κι η σχέση τους έμενε παράνομη, κρυφή. Πόσες φορές δεν την είχε πιέσει να το επισημοποιήσουν. Η Γιωργία , όμως δεν έμοιαζε με τις άλλες γυναίκες που είχαν στο μυαλό τους το γάμο. Το μόνο που την ένοιαζε ήταν ο Μάρκος και η ευτυχία που βίωνε στην αγκαλιά του.


Ώσπου μια μέρα χωρίς καμιά εξήγηση,  χάθηκε.Του άφησε μόνο ένα γράμμα όπου του ζητούσε να φτιάξει τη ζωή του με την Ελπίδα και να τη ξεχάσει, λες και δεν τον είχε ερωτευτεί ποτέ, λες και δεν έζησε μαζί του όλα εκείνα τα χρόνια πάθους. Αν δεν υπήρχε εκείνο το υστερόγραφο ο Μάρκος θα πίστευε ότι δεν τον ένιωσε ποτέ.


"Ο έρωτας δε γνωρίζει όρια, δε φοβάται την απόσταση, δε πεθαίνει επειδή δυο άνθρωποι μπορεί κάποια στιγμή να μη συναντιούνται. Οι μεγάλοι έρωτες δε γνωρίζουν όρια, έτσι κι ο δικός μας".


Ο Μάρκος δε παντρεύτηκε ποτέ την Ελπίδα κι απ' ό,τι καταλάβαινε απόψε , δε ξέχασε ποτέ τη Γιωργία.


Ασυναίσθητα κοίταξε το ρολόι του. Ήταν περασμένα μεσάνυχτα. Χρόνια πολλά ευχήθηκε στον εαυτό του , ενώ κατέβαζε τη τελευταία γουλιά από το ποτό του κι εκείνη τη στιγμή άκουσε το τηλέφωνο του γραφείου. Του φάνηκε περίεργο, ποιος μπορεί να του τηλεφωνούσε τέτοια ώρα στο σταθερό , ενώ είχε δυο κινητά.Σήκωσε το ακουστικό μηχανικά: "Παρακαλώ;"


"Οι μεγάλοι έρωτες δε γνωρίζουν όρια.. χρόνια πολλά Μάρκο "ακούστηκε η φωνή της από την άλλη γραμμή της συσκευής.