Ο κ. Γιούνκερ, πρόεδρος του Euro group έκανε χθες το βράδυ μετά τη συνεδρίαση στις Βρυξέλλες μια ασυνήθιστη δήλωση: είναι “αταλάντευτη βούληση” είπε, της Ένωσης να κρατήσει την Ελλάδα στο ευρώ.
Κανείς Ευρωπαίος αξιωματούχος, από το 2009 και μετά που άρχισε η κρίση, δεν είχε κάνει τόσο ξεκάθαρη και θερμή δήλωση .
Παράλληλα στους Financial Times δημοσιεύεται ολοσέλιδο άρθρο που εξηγεί τις δυσκολίες αποχώρησης της Ελλάδας από την ευρωζώνη.
Και στη σειρά από την ανάποδη πλευρά, οι κ. Σόιμπλε, Βέλφορντ και αρκετοί ακόμη δηλώνουν πως η Ελλάδα είναι ΣΥΡΙΖΑ στο γκρεμό της εξόδου.
Το Spiegel κυκλοφορεί με το γνωστό Acropolis adieu και οι ίδιοι Financial Times μια μέρα πριν μιλούσαν για την οριακή θέση της Ελλάδας.
Η περίπτωση της Ελλάδας, διχάζει την Ευρώπη, ακόμη και στα πιο υψηλά κλιμάκια. Όχι από συμπάθεια για τη χώρα αλλά γιατί πρόκειται για πείραμα με αβέβαιη έκβαση.
Κανείς δεν το θέλησε, κανείς δεν το διάλεξε, όμως τα νερά είναι αχαρτογράφητα. Το 2009 ξεκίνησαν από παραινέσεις στους τεμπέληδες Έλληνες, ο Παπανδρέου τους έβαλε αλατοπίπερο διαφθοράς, όλοι μιλούσαν για εσωτερική υπόθεση και τοπικό χρέος και το 2012 μια περίπου ολοκληρωμένη οικονομική διακυβέρνηση , έχει αποκατασταθεί στην Ευρωζώνη, που έντρομη ανακάλυψε τα ομόλογα του χρέους σε όλα τα ντουλάπια των δικών της τραπεζών.
Στην Ελλάδα εφαρμόστηκε μια σκληρή πολιτική λιτότητας που είχε δυο προϋποθέσεις επιτυχίας: πολιτικό προσωπικό επιπέδου και ικανή γραφειοκρατία.
Διπλό τραγικό λάθος.
Οι πελατειακοί Ρέππες και οι ανεκδιήγητοι Ραγκούσηδες ήταν ότι το καλύτερο στην Πασοκική νομενκλατούρα.
Το Δημόσιο, η κρατική γραφειοκρατία ήταν ακόμη χειρότερη. Δίκτυα διαφθοράς ή αδιαφορίας, συνδεδεμένα με πολιτικά κλιμάκια είτε και αυτονομημένα από αυτά.
Ακόμη και η πιο ανώδυνη μεταρρύθμιση θα αποτύγχανε. Πολύ περισσότερο η αλόγιστη λιτότητα.
Σε τούτο έγκειται η ελληνική ιδιαιτερότητα. Ανύπαρκτη παραγωγή, διαλυμένη διοίκηση, σάπιο πολιτικό σύστημα.
Τα υπόλοιπα είναι κοινά σε όλη την Ευρωζώνη. Οι στρεβλώσεις Βορρά-Νότου, το μείγμα δημοσιονομικής πειθαρχίας-ανάπτυξης που ακόμη δεν ισορρόπησε, αλλά στην υπάρχουσα εκδοχή απέτυχε.
Μιλώντας για την Ελλάδα, οι εκάστοτε Ευρωπαίοι παράγοντες έχουν τριπλό ακροατήριο.
Το εσωτερικό της χώρας τους , το ελληνικό κοινό αλλά και το πεδίο της κοινής ευρωπαϊκής συζήτησης, όπου κυοφορείται μια νέα πολιτική, μακρυά από το Γερμανικό δόγμα.
Όλη η Ευρώπη αντιμετωπίζει με τρόμο το ενδεχόμενο ενός Ιταλού, Ισπανού ή Πορτογάλου Τσίπρα.
Η Μέρκελ βρήκε όντως το ισοδύναμο δέος της.
Γι αυτό οι αντιδράσεις ποικίλλουν και οι δηλώσεις μοιάζουν αντιφατικές.
Είναι η ευκαιρία μας. Την δημιούργησε το αποτέλεσμα των εκλογών της 6ης Μαΐου και η ευρωπαϊκή συγκυρία.
Όπως αφυπνίσαμε με επώδυνο τρόπο στην καμπούρα μας την Ευρώπη για την κρίση χρέους, έτσι να συνεχίσουμε με την εφαρμογή μιας πολιτικής ισορροπημένης ανάπτυξης.
Οι πολιτικοί μας και οι νέες εκλογές αυτή την αποστολή έχουν.
Να προτείνουν τι θα διαπραγματευθούμε και ποιους εμπιστευόμαστε περισσότερο να το κάνουν.
Αν επικεντρωθούμε σε αυτά τότε η παρατεταμένη ακυβερνησία θα αντισταθμιστεί, το κόστος θα βρει το ισοδύναμο του όφελος.
Αν συνεχίσει ο παραλογισμός από τη σιγουριά ότι μας ψεκάζουν, έως τα πολιτικά ισοδύναμα με τα χαρτιά του Καμμένου και τις 7 πληγές του Φαραώ, την ψήφο στους νεοναζί και τις όψιμες, άναρθρες σοσιαλιστικές εφόδους στα ανύπαρκτα χειμερινά ανάκτορα, τότε δεν μας περιμένει η δραχμή.
Θα μας διαλύσει η παρακμή και το αλληλοφάγωμα. Χωρίς δικαιολογίες και υστερόγραφα.